Κωνσταντίνος Φωτιάδης: Ο Δημήτρης Ψαθάς είναι ο Όμηρος και ο Ηρόδοτος της σύγχρονης ιστορίας μας
Μεγάλωσα σε ένα καθαρά ποντιακό χωριό της Νάουσας, το Άνω Ζερβοχώρι. Όλοι οι συγχωριανοί μου από δύο κυρίως χωριά του Απές της Σεβάστειας μιλούσαν το ποντιακό ιδίωμα της Αργυρούπολης. Νεοελληνικά δεν άκουγες στο χωριό. Όταν τα άλλα παιδιά μεγάλωναν με το περιοδικό Η Διάπλαση των Παίδων, εγώ με μανία καταβρόχθιζα τις ιστορίες και τις παραδόσεις του ποντιακού περιοδικού Ποντιακή Εστία, του Φίλωνα Κτενίδη. Ήταν συνδρομητής ο πατέρας μου.
Στο δημοτικό τιμωρήθηκα δύο φορές από τον αγαπητό μας δάσκαλο, τον Πολύκαρπο Χριστοφορίδη, που ήταν συγχωριανός μας, να γράψω εκατό φορές: «Άλλη φορά δε θα μιλώ ποντιακά», γιατί πίστευε ότι για να περάσουμε στο πανεπιστήμιο πρέπει να μάθουμε σωστά νεοελληνικά και δεν είχε άδικο.
Τα χρόνια πέρασαν και συνειδητά επέλεξα τη Φιλοσοφική Σχολή, γιατί με μάγευε η Ιστορία. Στο πανεπιστήμιο ευτύχησα να έχω καθηγητή της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού τον κορυφαίο κατά γενική ομολογία ιστορικό του 20ου αιώνα Απόστολο Βακαλόπουλο. Η ποντιακή προφορά μου με την πρώτη λέξη που ξεστόμιζα αποκάλυπτε την προσφυγική μου καταγωγή. Δε γνώριζαν οι περισσότεροι το όνομα μου, ωστόσο με ήξεραν ως τον Πόντιο συμφοιτητή τους.
Πρώτος ο ίδιος ο πνευματικός μου πατέρας, ο μεγάλος αυτός δάσκαλος, στο δεύτερο εξάμηνο της φοίτησης μου μού πρότεινε, ως ελάχιστο οφειλόμενο χρέος να αφοσιωθώ επιστημονικά στην άγνωστη και αδικαίωτη ιστορία του ποντιακού ελληνισμού. Μου πρότεινε να ασχοληθώ με τους Κρυπτοχριστιανούς του Πόντου. Η εργασία μου τον εντυπωσίασε. Με την προτροπή του, στο δεύτερο έτος κάνω την πρώτη μου δημόσια διάλεξη στη Θεσσαλονίκη με θέμα: «Οι Εξισλαμισμοί της Μικράς Ασίας και οι Κρυπτοχριστιανοί του Πόντου». Το θέμα αυτό θα είναι αργότερα η διδακτορική μου διατριβή στο πανεπιστήμιο του Tübingen της Γερμανίας.
Τα όνειρα ενός εκκολαπτόμενου ερευνητή της ιστορίας του αλύτρωτου ελληνισμού με οδηγούν στην αναζήτηση ανάλογων βιβλίων.
Στο βιβλιοπωλείο του Μπαρπουνάκη, το 1968 έρχομαι σε επαφή με τη Γη Πόντου, του Δημήτρη Ψαθά. Θεία αποκάλυψη.
Για πρώτη φορά πλέον ολόκληρη η ιστορία των προγόνων μου βρίσκεται μπροστά μου. Γίνεται το ευαγγέλιο μου. Είμαι πλέον σίγουρος ότι έχω μια βασική πηγή που μπορώ να στηριχθώ. Μπορώ να βρω απαντήσεις στα πολλαπλά ερωτήματα, που γεννιούνται γύρω από την ιστορία μας. Το χαρισματικό από τα μαθητικά του χρόνια λογοτεχνικό ταλέντο, το πλούσιο λεξιλόγιο, και η βελούδινη αφηγηματική του καταγραφή, βασικά του όπλα, αφοπλίζουν τον αναγνώστη. Τον κρατούν σε εγρήγορση. Τα συγκλονιστικά ντοκουμέντα της Γενοκτονίας αποδίδονται με όλη τη βαρβαρότητα που εκτελέστηκαν, χωρίς όμως να καλλιεργεί το μίσος. Δε θέλεις να σταματήσεις τη ροή των ιστορικών, λαογραφικών, κοινωνικών, πολιτικών πληροφοριών, που σου προσφέρει απλόχερα.
Πέρασαν επτά δεκαετίες από την έκδοση του και σήμερα παραμένει ακόμη επίκαιρο και αληθινό. Δίκαια ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, το 1993, το αξιολόγησε ως τη «Βίβλο του Ποντιακού Ελληνισμού». Προσωπικά, με ομόφωνη εντολή του ελληνικού Κοινοβουλίου, ερεύνησα στα αρχεία των υπουργείων Εξωτερικών της Ευρώπης τα διεθνή ντοκουμέντα που στοιχειοθετούσαν τα εγκλήματα Γενοκτονίας σε βάρος των Ελλήνων του Πόντου. Σήμερα ξεπερνούν τα είκοσι βιβλία. Όμως παραμένω πιστός θιασώτης της Γης του Πόντου, γιατί ο πρόσφυγας Δημήτρης Ψαθάς δεν είναι ψυχρός ερευνητής των εγγράφων. Δεν υπακούει σε καμία σχολή ιστοριογραφίας, δεν είναι ετερόφωτος. Είναι γέννημα θρέμμα της πρωτεύουσας των Κομνηνών. Είναι ερωτευμένος με τα σοκάκια της Τραπεζούντας.
Ο Δημήτρης Ψαθάς εικονίζεται στα πρώτα νεανικά του χρόνια, σε ανέκδοτη φωτογραφία εποχής, και δίπλα το ενδεικτικό του από το Φροντιστήριον Τραπεζούντος, τη σχολική περίοδο1919-1920 (φωτ.: Λ. Νίτσου)
Στο κορυφαίο πνευματικό κέντρο, το ξακουστό στην οικουμένη Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, μακριά από το κέντρο της Ελλάδας, έμαθε από καταξιωμένους παιδαγωγούς την αληθινή ιστορία, τον πολιτισμό, τη γλώσσα μας, αλλά και την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης. Ευτύχησε να γνωρίσει και να συνεργαστεί, παρά την παιδική του ηλικία, με το μεγαλύτερο εθνομάρτυρα του ποντιακού ελληνισμού, τον Νίκο Καπετανίδη, που σημάδεψε και τη δική μου μελλοντική πορεία.
Το λέω για πρώτη φορά ότι ταυτίστηκα απόλυτα με τους ήρωες, που κατέχουν ξεχωριστή θέση στο βιβλίο του Δημήτρη Ψαθά. Περήφανος για αυτά που έγραψε για το ανδρειωμένο Ποντιόπουλο, τον Νίκο Καπετανίδη, πρότεινα στο δήμο της Βέροιας να τιμήσει τον ήρωα μας με έναν δρόμο. Και ο βλαχικής καταγωγής δήμαρχος Ιωάννης Χασιώτης έκανε το χρέος του. Αργότερα, πρότεινα και στο γυμνασιάρχη της γενέτειρας μου να ονομασθεί το σχολείο μας «Νίκος Καπετανίδης». Σήμερα χαίρομαι, γιατί οι κάτοικοι των χωριών της Ειρηνούπολης γνωρίζουν από τα παιδιά τους την ιστορία του ήρωα μας.
Όλα όμως ξεκίνησαν από τον Δημήτρη Ψαθά. Είναι ο Όμηρος και ο Ηρόδοτος της σύγχρονης ιστορίας μας, γιατί στο πρώτο μέρος του βιβλίου, φλογερός νοσταλγός της αλησμόνητης πατρίδας, περιγράφει, με το μοναδικό προσωπικό του ταλέντο, την όμορφη καθημερινή ζωή, τα ήθη και τα παραδοσιακά έθιμα, τις χαρές και τις λύπες των Ελλήνων της Τραπεζούντας. Για τη Ρωσοκρατία στον Πόντο και ιδιαίτερα στην Τραπεζούντα ελάχιστες γνώσεις είχαμε και αυτές συγκεχυμένες. Το έργο του Δημήτρη Ψαθά είναι ουσιαστική πηγή για πολλές επιστημονικές μελέτες και διδακτορικά.
Το όνειρο της ανεξάρτητης Δημοκρατίας του Πόντου είναι ένα από τα κεφάλαια αυτά, όπως επίσης και η συμβολή του μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθου την ταραγμένη και οδυνηρή εκείνη περίοδο.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στα τραγικά γεγονότα του μαρτυρικού Πόντου.
Ο Πόντιος οπλαρχηγός του Αντάρτικου του Πόντου Βασίλειος Ανθόπουλος που διακρίθηκε για τις μάχες του στα βουνά του Πόντου (φωτ.: Βιβλίο Δημήτρη Ψαθά «Γη του Πόντου»)
Δυστυχώς το ελλαδικό κράτος εδώ και εκατό χρόνια ήταν και είναι συνειδητά ένοχο και εχθρικό, λόγω τουρκοφοβίας, προβάλλοντας ποικίλα προσκόμματα στην έρευνα της αντικειμενικής καταγραφής των ιστορικών γεγονότων της εποχής εκείνης. Ο Άϊχμαν του ποντιακού ελληνισμού Τοπάλ Οσμάν, ο Μουσταφά Κεμάλ και οι τσέτικες ομάδες, που κατέστρεψαν τις χριστιανικές μειονότητες στη γη του Πόντου και σκόρπισαν παντού τον όλεθρο και την καταστροφή, δε συνέβαλαν στην ευημερία του τόπου. Η ανθρώπινη απουσία των γηγενών κατοίκων μαρτυρείται από τις χίλιες καταστραμμένες εκκλησίες, τα μοναστήρια και τα σχολεία. Παραμένουν βουβοί μάρτυρες της πρώτης μεγάλης γενοκτονίας του 20ού αιώνα. Ως σήμερα δεν υπάρχει ένα επίσημο κρατικό κέντρο έρευνας της ιστορίας και γενοκτονίας του ποντιακού Ελληνισμού. Δεν υπάρχει ένα μουσείο γενοκτονίας. Δε διδαχθήκαμε τίποτα από τους Αρμένιους, όπου παντού τιμούν με τον προσήκοντα σεβασμό τα θύματα τους.
Το ηρωικό αντάρτικο αντίστασης και σωτηρίας του Πόντου, όπου αναφέρεται με πολλές λεπτομέρειες ο συγγραφέας, δεν διδάσκεται σε καμία βαθμίδα της εκπαίδευσής μας.
Το γεγονός αυτό τον ενοχλούσε, γιατί, όπως ο ίδιος έγραψε, ήταν ισάξιο του 1821. Καμία αναφορά στα εκατοντάδες χιλιάδες αθώα θύματα, στην οικιστική και πολιτιστική γενοκτονία.
(Φωτ.: Δημήτρης Ιωαννίδης)
Σήμερα, εκατό χρόνια μετά τα εγκλήματα γενοκτονίας, οι απόγονοι του Δημήτρη Ψαθά, η κόρη του Μαρία και η εγγονή του Λένα Νίτσου, με την άδεια που έδωσαν στον Πάνο Αμαραντίδη να μεταφέρει σεναριακά στο θέατρο αποσπάσματα του έργου, μας προτείνουν να γίνουμε συμμέτοχοι στο οφειλόμενο Χρέος.
Να παρακολουθήσουμε την εξαιρετική παράσταση, που ζωντανεύει τα πάθη και τα κλέη των προγόνων μας.
Είναι ένα αληθινό μνημόσυνο που διδάσκει χωρίς κακία, αλλά με επίκεντρο τη γνώση και τη μνήμη. Η άλωση της μνήμης είναι το τελευταίο στάδιο της εθνικής επιβίωσής μας, είναι ένα βήμα πριν την εθνική αυτοκτονία. Έχουμε υποχρέωση να διατηρούμε τη μνήμη, για να μπορούμε να θυμόμαστε, να στοχαζόμαστε και γιατί όχι και να συγχωρούμε.
Κωνσταντίνος Φωτιάδης