Η συμβολή του Φίλωνα Κτενίδη στη διατηρηση των αξιών του ποντιακού πολιτισμού

Είναι στιγμές που η σκέψη εξασθενεί μπροστά στην ανάμνηση των βιωμένων εμπειριών που μας χάρισε η πένα ενός συμπατριώτη, του Φίλωνα του Κτενίδη. Και τότε η φαντασία καλπάζει αχαλίνωτη στις απόκρυφες γωνιές της μνήμης και οικοδομεί έναν κόσμο γεμάτο φως: τον κόσμο των θεατρικών έργων του. Πνιγμένοι λοιπόν από συγκίνηση ζωντανεύομε μέσα μας με νοσταλγία τον χαμένο παράδεισο του Πόντου: τα γκρεμισμένα κάστρα, το κελάρυσμα των νερών του Πυξίτη, το κελάηδισμα των πουλιών στα ποντιακά παρχάρια, τη λαλιά των ανθρώπων που εναρμονίζονται με τον χώρο με μια μαγευτική σαγήνη. Και αφήνομε την αχλύ του χρόνου να τυλίγει την καθημερινότητα μας με αυτή την γοητευτική ανάμνηση, που είναι γλυκιά μαζί και πικρή.

Θα δανειστώ λοιπόν σήμερα τη λογοτεχνική διάθεση του Κτενίδη και θα επιχειρήσω με τα δικά του τα φτερά της φαντασίας να μιλήσω για την πορεία του στον αείρροο χρόνο της συλλογικής μας μνήμης. Θα του οφείλω βέβαια πάντα, εκτός από τη διάθεση, τη λογοτεχνική έμπνευση, τη φωνή και το συναίσθημα που με διακατέχουν.

Θα μπορούσα να πω πολλά για τα πρώτα βήματα του Κτενίδη που είδε το φως του ήλιου το 1889 στην Τραπεζούντα1, εκεί όπου ο μύθος, η ευαισθησία και η αντίληψη του χρόνου συνθέτουν ένα άλλο τοπίο ψυχής. Προτιμώ όμως να ανασυνθέσω μέσα σας με αδρές πινελιές το πέρασμα του από τον παιδικό κόσμο των αισθησιακών ονειροπολήσεων στον φαντασιακό των νεανικών οραμάτων.

Μέσα στη δίνη των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα ο Κτενίδης, αριστούχος απόφοιτος του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας του έτους 1906, με την ψυχή γεμάτη από το όραμα μιας ελεύθερης πατρίδας γράφει πύρινα άρθρα στην εφημερίδα του Πόντου Εθνική Δράσις και εκδίδει το 1910 το περιοδικό  Επιθεώρησις. Σε ένα από τα άρθρα που συντάσσει ο ίδιος ως Διευθυντής του περιοδικού Επιθεώρησις θα γίνουν φανερά τα στοιχεία εκείνα που θα τον κάνουν ξεχωριστό στο μέλλον. Συγκεκριμένα ο Κτενίδης απαντώντας σε κάποιον με την προσωνυμία Μαλιαρός, ο οποίος αρθρογραφεί σε ρωσόφωνη εφημερίδα του  Βατούμ και ο  οποίος  στηλιτεύει  ως  μη  πατριώτες τους επίσημης γλώσσας καταδεικνύει σε μια περίοδο γλωσσικής μισαλλοδοξίας τη σωστή κρίση του.

1. Ελευθεριάδης, Ποντιακή Εστία, τ. 164-165, έτος 14°, 1963, λόγος επί τω θανάτω Φίλωνος Κτενίδου.σ. 7066-7069.

2. Καϊσίδης Π., Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού Ελληνισμού-Ιστορία-Λαογραφία-Πολιτισμός., τ.3, σ.16-22, Κτενίδης Φίλων, και Ελευθεριάδης, ό.π., σ.7068,1 Σάλτσης, Φίλων Θεοδώρου Κτενίδης, 1889-1963 , Ποντιακή Εστία, τ.164-165, έτος 14°, 1963, σ.7091-7096.

3. Φάρος της Ανατολής , 8.06.1911, Οι Έλληνες της Ρωσίας και η ρωσική δημοσιογραφία, Φίλων Κτενίδης, Διευθυντής του περιοδικού Επιθεώρησις.

 

Γράφει δηλαδή ότι ο πατριωτισμός δε συναρτάται με το γλωσσικό ζήτημα και τονίζει ότι οι παράγοντες που προσδιορίζουν τον πατριωτισμό σχετίζονται με τη συντήρηση της αρχαίας κληρονομιάς και των ιδανικών του Ελληνισμού 4.

Κι ενώ κατακτά σιγά-σιγά την ωριμότητα δέχεται και τις πρώτες επισκέψεις της Μούσας της ποίησης. Το 1909 τυπώνεται στην Τραπεζούντα η ποιητική του συλλογή Τα κύματα5, η οποία αποτελεί ύμνο στη γενέθλια γη και τους ηρωικούς της αγώνες: κοιμήθηκα στην αγκαλιά της μάνας μου παιδάκι. Τα μάτια μου τα έκλεισε με ένα της φιλί. Ξύπνησα νέος...η Ζωή με επότισε φαρμάκι, για χαΐδεμα μου είπανε την πρώτη απειλή 6.. Στη συλλογή αυτή των νεανικών του χρόνων εξυμνεί τον πρώτο του έρωτα που χάθηκε πρόωρα με γνήσια λυρική διάθεση και λεπταίσθητη συγκίνηση: Το άσκοπο μου της ζωής και πλανεμένο βήμα με έφερε σιγά-σιγά εκεί στο μαύρο μνήμα της νιότης μου τα λούλουδα τα είδα μαραμένα, να πέφτουν γύρω μου στη γη με πόνο ένα-ένα. Για σε χωρ’ις να σου το πω πως αγαπούσα εσένα 7. Παράλληλα όμως με τους ερωτικούς του καημούς ιστορεί και τα βάσανα του Ελληνισμού: Δαρμένο απ τα κύματα σ ομίχλη βυθισμένο το άμοιρο καράβι μας γυρεύει το λιμάνι. Ρίχνει το μάτι στ άμοιρο σκοτάδι, απηλπισμένο, ο καπετάνιος δεν μπορεί το δρόμο του να κάνη.. Σαν το καράβι, άμοιρο το έθνος μας πλανάται στο σκότος κ έχει οδηγό του τύπου μας τη Δράσι8 . Οι στίχοι του Κτενίδη, παρά τη νεανική τους ορμή αποτυπώνουν μια συγκινημένη θεώρηση της ζωής και μια ώριμη αντιμετώπιση της πορείας του ανθρώπου προς το μέλλον. Ένα μέλλον που θα κρίνει την επιβίωση του Ελληνισμού.

Είναι τα νεανικά του φτερά που τον ταξιδεύουν έξω και πέρα από την καθημερινότητα και τον συνδέουν με το όνειρο; Είναι τα βαριά σύννεφα που κλείνουν τον ορίζοντα στην ατέρμονη ροή της επερχόμενης καταστροφής; Ο Κτενίδης με τσακισμένα τα όνειρα και πληγωμένη την σκέψη καταφεύγει κυνηγημένος από τους Νεότουρκους στην Αθήνα9 ,όπου θα τον σαγηνεύσει η άλλη μεγάλη του αγάπη, η ιατρική.

Με νεανική ζέση θα ριχτεί λοιπόν σε μια νέα περιπέτεια, σε αυτήν της αναζήτησης της επιστημονικής επάρκειας. Πίσω από τον ρομαντικό φοιτητή με την ατσάλινη  θέληση πάλλεται η  ψυχή της Ελλάδας, ο έρωτας του μεγάλου, του υψηλού και του ιδανικοί, το πνεύμα ενός ελευθέρου Ελληνισμού.

4. Φάρος της Ανατολής, ό.π., «Μη νομίση ο κ. Ιβάν ότι θέλω εν τη στήλη ταύτη να συζητήσω δια τας φιλολογικάς και γλωσσολογικής του αρχάς. Δεν Θέλω να τον καταπείσω με επιχειρήματα άπειρα ότι οι Έλληνες αν δεν διεφύλαξαν τίποτε από την μεγάλην προγονικήν τους κληρονομίαν, διεφύλαξαν τουλάχιστον τα Ιδανικά του Ελληνισμού και το Ελληνικόν πνεύμα άσπιλον».

5. Κύματα, Φίλων Κτενίδης, Εκ του τυπογραφείου Γεωργίου Ελ. Μιχαηλίδου, Εν Τραπεζούντι, Ποιήσεις, 1909.

6.Κύματα, Φίλων Κτενίδης, ό.π., Το πρώτο μου όνειρο.7.Κύματα, Φίλων Κτενίδης, ό.π. Στην πρώτη μου αγάπη.

8.Κύματα, Φίλων Κτενίδης, ό.π., Εθνική Δράσις.

9.Σάλτσης Ι., σ.7092. Ο Σάλτσης αναφέρει ότι αιτία ήταν η απαγγελία με θερμό πνεύμα στίχων για τους Κομνηνούς με την ευκαιρία της επίσκεψης μελών του Συλλόγου Αναγέννησις Τραπεζούντος.

 

Και ενώ η δίνη ενός πολέμου εξαπλώνεται με γρήγορους ρυθμούς στα Βαλκάνια, ο πόντιος φοιτητής κατατάσσεται το 1912-1913 εθελοντής στις τάξεις του ελληνικού στρατού στα μέτωπα της Ηπείρου10 και της Μακεδονίας και ρίχνεται αυτόβουλα στη μάχη με το μόνο όπλο που του είχε απομείνει: το όραμα του ελεύθερου Ελληνισμού και τον νεανικό του ζήλο. Ο πόλεμος στα βουνά της Μακεδονίας μεστώνει τον πόθο του και χαλυβδώνει τη θέληση του. Η συμμετοχή του στον εθνικό αγώνα των Ελλήνων θα τον καταστήσει ύποπτο στους Τούρκους οι οποίοι και θα τον κυνηγήσουν και θα τον αναγκάσουν να καταφύγει στα ελληνικά χωριά του εσωτερικού της Τραπεζούντας11 όπου και θα προσφέρει δωρεάν τις υπηρεσίες του ως γιατρός.

Θέλω να σταθώ για λίγο στο μεγάλο κοινωνικό έργο που κλήθηκε να πραγματώσει εκεί ο Κτενίδης ως γιατρός και ως άνθρωπος. Πραγματικά την περίοδο του πιο σκληρού ανθρώπινου διχασμού, όταν ο παραλογισμός φωλιάζει στο ασυνείδητο, όταν ο άνθρωπος απανθρωποποιείται, μόνο η ιατρική μπορεί να απαλύνει τον πόνο και να συνδράμει με τα επιστημονικά μέσα που διαθέτει το σωματικό και το ψυχικό άλγος.

Με την είσοδο των ρωσικών στρατευμάτων στην Τραπεζούντα ο Κτενίδης προσφεύγει στον Καύκασο και αναλαμβάνει τη διεύθυνση ενός ρωσικού στρατιωτικού Νοσοκομείου στα Πλάτανα, από το 1915 ως το 1917.Μετά την έκρηξη της ρωσικής επανάστασης αποστρατεύεται.

Επειδή όμως η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο δεν έχει όρια και η συναίσθηση της ευθύνης είναι προνόμιο των γενναίων, ο Κτενίδης δεν έσκυψε το κεφάλι στη μοίρα που ενέσκηπτε πάνω από τη μαύρη θάλασσα, δε λύγισε μπροστά στη θύελλα που τον απειλούσε, μέσα από το αναπότρεπτο τίποτα. Γι αυτόν η Ελλάδα έπρεπε να φτάσει στον Πόντο ακόμα κι αν χρειαζόταν να στραγγίξει την ψυχή του ως το τέλος, ή να σταλάξει μέσα του ο μνησιπήμων πόνος.

Το 1918 αναλαμβάνει Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου των Ποντίων του   Κρασοντάρ   και   αποστέλλεται   τον   Φεβρουάριο   του    1919   στην  Κωνσταντινούπολη12   με σκοπό να καταθέσει Υπόμνημα στον Τοποτηρητή του Οικουμενικού  Θρόνου για το  ζήτημα των προσφύγων.  Ο  ίδιος μάλιστα αποστέλλει ως εκπρόσωπος της Κεντρικής Ενώσεως των εν Ρωσία Ελλήνων. Υπόμνημα στο Υπουργείο των Εξωτερικών με ημερομηνία 1.4.191913 στα πλαίσια του οποίου εκθέτει την κατάσταση του Ελληνισμού της Ρωσίας και προτείνει να μεριμνήσει το ελληνικό κράτος για την παλιννόστηση τους.

10.Καϊσίδης Π., σ.19, Ελευθεριάδης, ό.π., σ.7068, Σάλτσης Ι., ό.π.,σ.7092.

11. Ελευθεριάδης, ό.π., σ.7068, Σάλτσης Ι., σ.7092

12. ΑΥΕ, ΚΥ, 1919, Β/38(2), Ειδικός Φάκελος αλυτρώτων. Δραστηριότητες Επιτροπών. Ψηφίσματα. Υπομνήματα.αρ.πρ. 150/28.2.1919.'

13. ΑΥΕ., 1919. Α/5/vi (25), Περίθαλψις των εν Ρωσσία Ελλήνων και παλιννόστησις αυτών εις Ελλάδα και Πόντον. Αποστολή περιθάλψεως.

 

Στο παιχνίδι όμως αυτό των συγκυριών, των ανέμων και των διεθνών συγκρούσεων ο δυνατός έλληνας συνειδητοποιεί την αδυναμία του. Είναι μια αυτοσυνείδηση που παραλύει μέσα του το όνειρο και δημιουργεί μια οδυνηρή αίσθηση πνευματικής νάρκης. Ο Κτενίδης, ο επιστήμονας, ο αγωνιστής, ο πρωτεργάτης της απελευθέρωσης του Πόντου απεσταλμένος της Κεντρικής Ενώσεως των Ελλήνων της Ρωσίας στην Κυβέρνηση των Αθηνών,νικημένος από την μικρόνοια, την καχυποψία, και την απέλπιδα άρνηση, παραλύει. Είναι η περίοδος της δυσάρεστης τροπής του Εθνικού θέματος του Πόντου.

Μέσα στην ύπουλη απογοήτευση που τον κυριεύει, όταν ουσιαστικά διαπιστώνει την έλλειψη κυβερνητικής βούλησης για την απελευθέρωση του Πόντου, η λύτρωση έρχεται από την επιστήμη. Ο Κτενίδης με ματωμένα τα οράματα του φεύγει στην πόλη του φωτός, το Παρίσι και ξεκινά την ειδικότητα του, αναζητώντας στον ταραγμένο του μικρόκοσμο τα στηρίγματα του. Η καρδιά του όμως είναι μακριά. Και εκεί όπου η σκέψη δεν αναπαύεται η καρδιά περισσεύει: το συναίσθημα φουντώνει και υπαγορεύει στον Κτενίδη το δρόμο του χρέους. Ο Κτενίδης θα είναι παρών το 1920 στο μεγάλο προσκλητήριο του Μικρασιατικού μετώπου, εθελοντής γιατρός14 με την ψυχή να πάλλεται από την αγάπη για τον τόπο του και τη σκέψη του γεμάτη Ελλάδα.

Όταν το όνειρο θα σβήσει κυνηγημένο από τους ανέμους και τις θύελλες, ο Κτενίδης με κουρελιασμένα τα φτερά της ψυχής θα πάρει με όλους μαζί τους άλλους τους δρόμους της μεγάλης φυγής με ό,τι αποσκευές είχε : τις μνήμες, τη νοσταλγία και την ελπίδα της επιστροφής.

Εμφορούμενος από μια διαρκή επιθυμία προσφοράς θα πολιτευτεί με το Λαϊκό κόμμα και θα εκλεγεί το 1935 βουλευτής15, για να αγωνιστεί μέσα από το αξίωμα αυτό για τη μοίρα των ξεριζωμένων ανθρώπων του τόπου του. Θα ριζώσει με την οικογένεια του στη Θεσσαλονίκη το 1938, μια προσφυγούπολη που ταιριάζει με τα δικά του βιώματα, και θα μετουσιώσει τον πόνο σε δημιουργία.

Για έναν τέτοιο άνθρωπο όμως η προσφορά δεν εξαντλείται στον πολιτικό στίβο. Το περίσσευμα ψυχής που διαθέτει τον οδηγεί στην καλλιτεχνική και πνευματική έκφραση. Από το 1949 και εξής ο Κτενίδης θα αναδειχτεί σε ηγετική προσωπικότητα των ελληνικών και μάλιστα των ποντιακών γραμμάτων, με σημεία κορύφωσης την έκδοση του Λαογραφικού περιοδικού Ποντιακή Εστία το 195016 και την ανάληψη της Προεδρίας του Κρατικού Θεάτρου Βορείου

 
14. Ελευθεριάδης, ό.π., σ.7068, Σάλτσης Ι., ό.π.,σ.7093.        15.  Σάλτσης Ι., ό.π., σ. 7093.

16. Άρχοντος Πρωτονοτάριου κ. Κανδηλανάπτη-Κάνι., Ποντιακή Εστία, τ. 164-165, έτος 14°, 1963, σ.7075, όπου και η αναφορά στην Ποντιακή Εστία και ακόμα Ελευθεριάδης, ό.π., σ.7069, Σάλτσης Ι., ό.π..σ.7094.

 

Ελλάδος17. Παράλληλα  επιδίδεται στη συγγραφή θεατρικών έργων και στη σύνθεση ποιημάτων.

Η προσέγγιση μιας τόσο πολύπλευρης προσφοράς δεν είναι εύκολη υπόθεση. Θα επιχειρήσω όμως να σταθώ σε αυτό το περιοδικό που το ανέδειξε, χάρις στη χαρισματική του προσωπικότητα σε ανάγνωσμα των απανταχού Ποντίων .Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες του μυούμαστε πραγματικά σε έναν ολόκληρο κόσμο: έργα ιστορικά, κοινωνικά, θεατρικά, εύθυμοι διάλογοι, λυρικές συνθέσεις, ένας κόσμος ελεγειακός, ζωγραφισμένος με τη δωρική λιτότητα του ελληνοποντιακού χρωστήρα του. Στα κείμενα του περιοδικού αναβιώνουν οι παραδόσεις της γενέθλιας γης, καταχωρούνται στον χώρο ως ψηφίδες ενός ζωντανού παρελθόντος, οικοδομούν τη συλλογική μνήμη ενός ολόκληρου λαού. Διαβάζοντας τα κανείς νιώθει τον τρικυμισμένο πόθο και το παλλόμενο πάθος του συγγραφέα, ακούει τη φωνή των προγόνων να ταξιδεύει πέρα από τα κάστρα του Πόντου, να αντιλαλεί παράλληλα με τον ήχο της καμπάνας του Πόντου και να μορφοποιεί τον μέσα μας πλούτο με μια μαγεία και μια σαγήνη που συνεπαίρνει. Το περιοδικό βραβεύεται το 1956 από την Ακαδημία Αθηνών1 και μαζί με αυτό και όλη η ποντιακή παράδοση, αυτή που διαχέεται μέσα από τις σελίδες του περιοδικού και σημασιοδοτεί την ταυτότητα και την ιστορία μας.

Στην εισηγητική τους Έκθεση οι υπεύθυνοι της Ακαδημίας που βραβεύουν το περιοδικό θα τονίσουν την εξαιρετικής ποιότητας ποντιακή λαογραφία η οποία προβάλλει μέσα στις σελίδες του, την αρτιότητα των δοκιμίων, των θεατρικών κειμένων, και των διηγημάτων του, την ευρύτατη χρήση της ποντιακής διαλέκτου ως μέσου λογοτεχνικής έκφρασης.

Είναι γεγονός ότι ο Κτενίδης προς αυτή την κατεύθυνση επεδείκνυε ξεχωριστό ζήλο, προς την κατεύθυνση δηλαδή της απόδοσης των ποντιακών ιδιωμάτων. Θεωρούσε ότι ήταν επιφορτισμένος με το καθήκον της κωδικοποίησης της ποντιακής γλώσσας και ότι η προσπάθεια του αυτή πήγαινε πέρα από τον ίδιο, σε μια απώτερη χρονική στιγμή, όταν το ποντιακό ιδίωμα θα ήταν μια νεκρή γλώσσα. Ένιωθε επομένως στους ώμους του βαρύ το χρέος του ανθρώπου που ήταν επιφορτισμένος με τη σωστή μορφολογική και φωνητική αποτύπωση της. Και αυτή ακριβώς η συμβολή του, ως επιστήμονα γλωσσολόγου στην παράδοση του ποντιακού ιδιώματος δεν έχει δεόντως τονιστεί από τους μελετητές του.

Οι εισηγητές της Ακαδημίας, οι οποίοι θα αιτιολογήσουν τη βράβευση του περιοδικού του, θα μεταθέσουν το θέμα από την επιστημονική στην ιδεολογική λειτουργία αυτής της ηθογραφίας, η οποία διατηρεί ζωντανό τον πόθο των χαμένων πατρίδων, μέσα από το μύθο και το όνειρο, στη συνείδηση

17 Ο διορισμός του γίνεται με την αρ. 91183/1895/23.12.1948 διαταγής του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής παιδείας. Για αυτό βλ. ακόμα Αντίγραφον Πρακτικού ΔΣ Κρατικού Θεάτρου Β. Ελλάδος/ 12.3.1949, με αριθμό 1, στο οποίο ο Κτενίδης μετέχει ως Πρόεδρος.

18. Δ. Καλλίμαχος, Εθνικός Κήρυξ, 23.3.1958, Οι εκπατρισθέντες Πόντιοι εισηγηταί του Ελληνικού Πολιτισμού, διατί η Ακαδημία Αθηνών απένειμε βραβείον εις την ποντιακήν Εστίαν-Η προσωπικότης του δημιουργού της ποντιακής αυτής κινήσεως.

του απλού ανθρώπου. Πρόκειται για μια λειτουργία, η οποία υπερβαίνει τον συναισθηματισμό και λειτουργεί συνεκτικά, προσδιορίζοντας την πολιτισμική ταυτότητα των ανθρώπων που ενστερνίζονται τα μηνύματα της. Και τέλος υπερτονίζουν την υπερπόντια επικοινωνία των Ποντίων η οποία πετυχαίνεται με γέφυρα το περιοδικό και η οποία συμβάλλει στην ανταλλαγή μηνυμάτων , βιωμάτων, αξιών συναφών προς την πολύτροπη και πολυπρόσωπη παρουσία της ποντιακής διασποράς .Πάνω από όλα όμως ο Κτενίδης επιχειρεί με το βιβλίο του να αποτρέψει τους ποντίους από την επερχόμενη λήθη των παραδόσεων και της πολιτισμικής τους ταυτότητας και να τους οδηγήσει στη σπουδή και την αναβίωση τους.

Αν σταθούμε τώρα ευλαβικά στη λογοτεχνική και θεατρική του παραγωγή θα εντοπίσομε τα κύρια σημεία της ταυτότητας του ως πνευματικού ανθρώπου: την ποιότητα, το ήθος και τον άδολο πατριωτισμό του. Γιατί ο Κτενίδης είναι αυτός που ζωντάνεψε το ποντιακό θέατρο, του προσέδωσε ηθογραφικό ρεαλισμό, και λυρικό μεγαλείο, το έκανε πανελλήνιο γεγονός εξαίροντας με λατρεία και άκρατη ευαισθησία τα ιδιαίτερα συστατικά του. Ο Ξενιτέας, το μαυροκόριτς, ο Γκιαούρτς, Ο Διγενής Ακρίτας, η δασκαλίτσα είναι μερικά μόνο από τα 16 θεατρικά έργα του19.

Οι ήρωες του προέρχονται από την ποντιακή ηθογραφία, είναι αντιπροσωπευτικοί τύποι της ποντιακής κοινωνίας και στήνονται με ρεαλιστικά υλικά. Παρόλο όμως τον έκδηλο ρεαλισμό και το ηθογραφικό πλαίσιο, τα πρόσωπα του διέπονται από υψηλές αρχές και από ένα ηρωικό φρόνημα, δονούνται από αξίες και προτάσσουν στην σκέψη τους την ιδέα της πατρίδας ως ιδανικού. Είναι ολόκληρος ο κόσμος του δημιουργού τους που αποτυπώνεται στα έργα αυτά: ένας κόσμος με υψηλά πατριωτικά φρονήματα πλασμένος με ιδεαλιστικά συστατικά κόντρα στα διαβρωτικά μηνύματα των καιρών. Μέσα από τους αφηγηματικούς διάλογους τα πρόσωπα αυτά αναδεικνύονται σε πρότυπα και αποκτούν διαχρονικό κύρος. Και αυτή τη διάσταση υπηρετεί ο Κτενίδης μέσα από τα θεατρικά του έργα: την εθνική-κοινωνική-πολιτισμική λειτουργία του θεάτρου, η οποία συμβάλλει στην ανόρθωση της κοινωνίας. Πραγματικά ο Κτενίδης πιστεύει στο θέατρο και παλεύει για την οικοδόμηση του μέλλοντος του ποντιακού θεάτρου και του νεοελληνικού ευρύτερα20 . Αυτό αποδεικνύουν οι θέσεις ευθύνης τις οποίες αναλαμβάνει στο κρατικό θέατρο και η πολύπλευρη θεατρική του παιδεία, η οποία αποτυπώνεται στα κείμενα του και στην αλληλογραφία του αυτής της περιόδου21 . Πέρα όμως από τον Κτενίδη ως πρόσωπο, ζουν τα έργα του ως αυτόνομες  πνευματικές  παρουσίες  ανθεκτικές  στη   ροή   του  χρόνου,   ως έκφραση της ποντιακής κουλτούρας, ως ερείσματα σε ένα μεταβαλλόμενο ανθρώπινο τοπίο, ως σημεία έμπνευσης για το χθες και για το αύριο του τόπου μας.

19 Σάλτσης Ι., ό.π., σ. 7093

20.Ιδιωτικό αρχείο Φ. Κτανίδη, 3.10.1950, Ανακοίνωσις Προέδρου Φ. Κτενίδη, Γ.Γραμματέως Ι. Βασδραβέλλη, στα πλαίσια της αντιπαράθεσης φίλων του θεάτρου με κινηματογραφιστές.

21. Η αλληλογραφία του η οποία περιλαμβάνεται στο Ιδιωτικό Αρχείο του Φίλωνα Κτενίδη και αφορά έγγραφα τα οποία αποστέλλει στον Πρωθυπουργό, σε Υπουργούς και βουλευτές αποτυπώνει την από μέρους του Κτενίδη θεώρηση του θεάτρου και της κοινωνικής του λειτουργίας, αλλά και τις δυσλειτουργίες και τις συγκρούσεις που σημειώνονται.

 

Έτσι ο Κτενίδης δεν άσκησε με τα θεατρικά του έργα τεράστια επίδραση στην εποχή του, όταν ο κόσμος κατέκλυζε το θέατρο για να παρακολουθήσει τα έργα του. Είναι εξίσου σημαντική η επίδραση των έργων του και στον σημερινό πόντιο.

Μένει να μιλήσομε για την ποιητική του παραγωγή, την ιδιωματική αλλά και τη γραμμένη στη νεοελληνική διάλεκτο, αυτήν που πατάει τόσο στην ελληνική παράδοση, όσο και στο όραμα του Πόντου. Ο συγγραφέας μετεωρίζεται συχνά ανάμεσα στις βεβαιότητες και στις ανασφάλειες και οικοδομεί με πηγαίο λυρισμό το προσωπικό του σύμπαν. Λυρικός ή στιβαρός, αδύναμος ή δυναμικός, παραδοσιακός στη μορφολογία και νεωτεριστής στην έκφραση πραγματώνει μια θαυμαστή στην ποιότητα της απόδοση του ποντιακού λόγου και αποτελεί σημείο αναφοράς για άλλους δημιουργούς. Είναι μεγάλος ποιητής όχι μόνο γιατί μας αγγίζει με τα μηνύματα που εκπέμπει, αλλά κυρίως επειδή είναι ιδιαίτερος και πρωτότυπος ως προς τον ιδιωματικό του πλούτο. Και πάνω από όλα γιατί είναι αληθινός. Η κορωνίδα της ποιητικής του δημιουργίας είναι η Καμπάνα του22, μια ελεγεία προορισμένη να ζήσει έξω και πέρα από τον δημιουργό της και να αγγίζει τις πιο ευαίσθητες χορδές της ψυχής των Ποντίων των επερχόμενων γενεών με τον βαθύ πόνο που αναδύεται στο άκουσμάτης:

 
Από Θεού ξαν έρχεψαν να κρούγ νε τα καμπάνας,

Χωρίς Δεσπότ διαταγήν και Διάκου συνεργίαν

Καμπάνας μικρά και τρανά κρούγ ν δοξολογίαν.

Το έναμ κρούει και τραγωδεί, το άλλο κρούει και κλαίει.

Κι ας όλων το τρανύτερον βαρυαναστενάζει

Ντο κ έχ ανθρώπς ν ακούγν ατό, ποπάν ν εφτάει μετάνοιας.

Χρόνια έρθαν κι επέρασαν, καιροί έρθαν και πάγνε

Και η καμπάνα το τρανόν αναμέν δίχως γλώσσαν..

Εμπαίν αέρας και βοά, άνεμος και μουγκρίζει

Εμπαίν ευχάς και τραγωδεί, μπαίν ε κατάρας κλαίει,

Εμπαινε και τα οράματα τα ημέρας και της νύχτας,

Και κρούει και κλαίει και τραγωδεί και θλίφκεται ο Κόσμον..
 

Μέσα σε αυτόν τον οργασμό παραγωγής και μέσα σε αυτό το πνευματικό περιβάλλον,ο Κτενίδης συλλαμβάνει την ιδέα της ανιστόρησης του θρησκευτικού-εθνικού παλλαδίου των Ποντίων, της Παναγίας Σουμελά23. Η κυοφορία της ιδέας θα κρατήσει ελάχιστα και η υλοποίηση της θα ξεπεράσει κάθε προσδοκία: ο θεμέλιος λίθος της Παναγίας Σουμελά κατατίθεται το

22 .Η καμπάνα του Πόντου, το τραγούδι της χαμένης πατρίδας, Έκδοση του Σωματείου Παναγία Σουμελά, 2002.

23.Για το ιστορικό της ίδρυσης Ποντιακή Εστία, Αναμνηστικόν Λεύκωμα επί τη θεμελιώσει του πρώτου ναϊδρίου της Ιεράς Μονής Παναγία Σουμελά τη 15η Αυγούστου 1951, Θεσσαλονίκη 1951.

το 1951, με μόνο εφόδιο την πίστη του Κτενίδη στο όνειρο. Και η δικαίωση έρχεται γρήγορα. Τον Αύγουστο του 1953 τελείται η πρώτη θρησκευτική γιορτή με συρροή 7.000 πιστών24. Είναι μια δικαίωση που ξεπερνά τον Κτενίδη, που μας ξεπερνά όλους, ως φθαρτές βιολογικά προσδιορισμένες υπάρξεις και ανάγεται στο διαχρονικό και στο αιώνιο. Γιατί η Παναγία Σουμελά γίνεται το θρησκευτικό και εθνικό σύμβολο ενός λαού, των Ποντίων Ελλήνων, αυτών που υπέστησαν άπειρες σφαγές και διώξεις από του Τούρκους και ήρθαν κάτω από το προστατευτικό της βλέμμα, να οικοδομήσουν τη νέα τους ιστορία, αποτίοντας σε αυτήν ευλάβεια και πίστη.

Για όλους αυτούς η ιστορία της Παναγίας Σουμελά συμβόλιζε και συμβολίζει τη δραματική και αξιοθαύμαστη πορεία τους στο χρόνο, στη μακρά διαδρομή του Ελληνισμού. Στις παρυφές του Βερμίου αναβιώνει η ατμόσφαιρα των παλιών αμφικτιονιών, αναζωπυρώνονται ξεχασμένες φιλίες, τονώνεται το ποντιακό αίσθημα, αναβιώνουν τα ήθη και τα έθιμα του πόντου, ισχυροποιείται η ποντιακή συνείδηση. Η παρουσία της Μεγάλης Μητέρας στις παρυφές του Βερμίου, έργο ζωής του Κτενίδη, συμβάλλει στην εδραίωση της πεποίθησης της συνέχειας στο επίπεδο της πολιτισμικής παρουσίας του ποντιακού Ελληνισμού.

Είναι το σύμβολο που έρχεται από το χθες και στηρίζει με τη σεπτή του παρουσία τον καρτερικό μόχθο αλλά και το όνειρο πως οι αλησμόνητες πατρίδες είναι ζωντανές στη σκέψη μας, εμβλήματα και παρακαταθήκες, πόθοι και οράματα δεμένοι με την παράδοση και την ιστορία μας, αιώνια δικοί μας, γιατί είναι μέρος της συλλογικής μας μνήμης. Και όλη αυτή η βαθιά συνειδητοποίηση είναι έργο ενός ανθρώπου που αισθάνθηκε πριν από όλους μας τη βαθιά ευλάβεια των συμπατριωτών του, πόνεσε πιο πολύ από όλους , τραγούδησε πιο μπροστά από όλους τους καημούς και τις προσδοκίες τους και έγινε η ψυχή των κυνηγημένων ανθρώπων της γενιάς του. Γι αυτό η Παναγία Σουμελά θα συμβολίζει πάντα τους Ποντίους όπου γης, οι οποίοι θα σπεύδουν πάντα προσκυνητές της χάρης της, σεμνυνόμενοι για τα βιώματα, τους συνειρμούς και τα μηνύματα, που θα αναβιώνει μέσα τους η παρουσία της εις τους αιώνες. Για αυτή του την προσφορά προς τους Ποντίους ο Κτενίδης τιμάται από τον Βασιλιά με το ανώτερο παράσημο του τάγματος των Ταξιαρχών25.

Ο Κτενίδης, ο άνθρωπος των μεγάλων οραμάτων, με τον άδολο πατριωτισμό και την αληθινή ανιδιοτέλεια, ο γιατρός, ο ποιητής, ο θεατράνθρωπος, ο λαογράφος, ο πατριώτης, ο πνευματικός άνθρωπος ,έσβησε ήσυχα στις 16 Ιουλίου του 1963. Μαζί του χάθηκε μια ζεστή ανθρώπινη φωνή, κι ένα θερμό πάθος για τον ποντιακό παραδοσιακό πολιτισμό. Άφησε όμως πίσω του ολόκληρο τον αναβιωμένο ποντιακό πολιτισμό, την ποιότητα, την αισθητική, την ηθική του.

24. Ελευθεριάδης, ό.π., σ.7069, Σάλτσης Ι., ό.π.,σ.7095.

25. Σάλτσης Ι., ό.π.,σ.7095 και Ερμωνασίτης, Η επάξια παρασημοφορία του κ. Φίλωνα Κτενίδη, Ιανουάριος-Ιούλιος 1963, τ. 157-163, έτος 14, σ.6949.

 

Και μάλιστα, κάθε καλοκαίρι,  όταν η Παναγία Σουμελά, η ψυχή του κατατρεγμένου ποντιακού Ελληνισμού γίνεται και πάλι ο ομφαλός της γης για τους ποντίους, η ορμή, το όραμα και η φωνή του Κτενίδη ζωντανεύουν στην σκέψη μας και ποδηγετούν ενορατικά την πορεία μας για μια ουσιαστική αναγνώριση του δικαιώματος των Ποντίων, στη μνήμη και στην ιστορία. Τότε το συμβολικό πουλί του σχίζει τις ράχες του Βερμίου και αντιλαλεί στα υψώματα της Καστανιάς, φτάνει ως τα παλάτια των Κομνηνών και τραγουδάει για τον μεγάλο Πόντιο με πόνο:

«Έναν πουλίν, μαύρον πουλίν, μαύρον άμον την νύχταν ολονυχτίς τριγύριζεν ολόερας σον κάστρον ς σον Κάστρον σ σα μαντρότοιχα, τη μαυρο-Τραπεζούντας. Κάποτ εγένοντε σεισμός κι η γη "ολεν εσείεν κι έναν ημέραν άχαρον, έναν ημέραν μαύρον, επάρθαν τα κλειδιά θε κι ο Κάστρεν εκρεμίεν. Κι ο Κάστρεν ο θεόρατον εγέντον κοιμητήριν..»

 
Ας είναι το τραγούδι αυτό μια μικρή κατάθεση ψυχής στη μνήμη του.

 

26.  Η καμπάνα του Πόντου, το τραγούδι της χαμένης πατρίδας, Έκδοση του Σωματείου Παναγία Σουμελά, 2002.

 

Κωνσταντίνος Φωτιάδης
Καθηγητής Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού
Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας