Απάντηση στις δηλώσεις του ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ Μπεγλίτη
ΠΟΝΤΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ
ΤΟΥ ΕΥΡΩΒΟΥΛΕΥΤΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΜΠΕΓΛΙΤΗ
Θεσσαλονίκη 16.6.2006
Ως Κέντρο Ποντιακών Μελετών επιθυμούμε να εκφράσουμε στο Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα την απογοήτευσή μας για τις θέσεις που διατυπώνονται στο άρθρο του ευρωβουλευτή κ. Μπεγλίτη που δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία της 28.5.2006, με τίτλο «οι Πόντιοι και το σήμερα», δηλώνοντας εκ προοιμίου το σεβασμό μας στις θέσεις που είχε διατυπώσει ο ιδρυτής και Πρόεδρος του κινήματος Ανδρέας Παπανδρέου, αναφορικά με το ζήτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας.
Αρχικά πρέπει να τονίσουμε ότι είναι πλέον αδήριτη αναγκαιότητα όλα τα γεγονότα ιστορικής σημασίας να μην επιβιώνουν μόνο σε συνάρτηση με το ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αρθρώνονται, αλλά να αποτελούν και στοιχεία εγκιβωτισμένα στη συλλογική μνήμη των λαών και –σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει ο κ. Μπεγλίτης στο άρθρο του- να συνιστούν και παράγοντες που συνδιαμορφώνουν τις τρέχουσες οπτικές και τις εκτιμήσεις των πολιτικών συγκυριών που μας καθορίζουν, συγκυριών που νοούνται σε μια επίκαιρη και διόλου ευκαιριακή διάσταση.
Γιαυτό είναι εξαιρετικά περίεργο να εκφράζεται από έναν έμπειρο διπλωμάτη στο επίμαχο άρθρο που προαναφέρθηκε η εκτίμηση, πως η μεταφορά ιστορικών γεγονότων εθνικής σημασίας που αγγίζουν συναισθηματικά ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού στο πεδίο της εξωτερικής μας πολιτικής, συνιστά τροχοπέδη για την υλοποίηση των στόχων της «ευκαιριακής» θεώρησης των εθνικών στρατηγικών μας προτεραιοτήτων.
Να συμφωνήσουμε ότι, αν υπήρχε η δυνατότητα απολυτοποίησης των στόχων της εξωτερικής μας πολιτικής και ήταν εφικτή η χάραξη επίκαιρης όχι όμως ευκαιριακής εξωτερικής πολιτικής, θα μπορούσαμε να αμβλύνουμε τα σημεία τριβής του παρελθόντος, να στραφούμε ενάντια στις ευαισθησίες της συλλογικής μνήμης και να παραγάγουμε εθνικά σημαντικά αποτελέσματα, σε μακροπρόθεσμη βάση. Επειδή όμως οι διαρκείς παλινδρομήσεις στο επίπεδο της χάραξης των στρατηγικών στόχων εκ μέρους υμών των πολιτικών δεν παρέχει εχέγγυα μιας άρσης των αδιεξόδων στο παρόν ή στο απώτερο μέλλον, επιτρέψτε μας να πιστεύουμε στη δυναμική της ιστορίας να καθορίζει ως βιωμένη πραγματικότητα τις οπτικές μας και να διαμορφώνει άξονες και κριτήρια για την αποτίμηση της δικής σας μικρόψυχης οπτικής, που δε μοιάζει να οδηγεί ούτε στη δικαίωση του παρελθόντος μας, ούτε στην κατάκτηση του ασφαλούς μέλλοντος των παιδιών μας, πάντοτε βέβαια στο περιπεπλεγμένο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Επιπλέον είναι γεγονός ότι το αίτημα ημών των επιγόνων για τη δικαίωση των νεκρών και των εκτοπισμένων προσλαμβάνει πλέον σήμερα διαστάσεις με σημαντικές πολιτικές προεκτάσεις, οι οποίες δεν μπορούν να απαξιωθούν με τον χαρακτηρισμό τους ως λαϊκίστικων από τον αρθρογράφο ευρωβουλευτή, αλλά οδηγούν στο φωτισμό πολλών σκοτεινών μέχρι σήμερα πτυχών της ιστορικής αλήθειας, ικανών να οδηγήσουν σε κριτικό σκεπτικισμό τις άβαθες πολιτικές εκτιμήσεις των ανιστόρητων διανοούμενων που φρονούν ότι η οικοδόμηση του μέλλοντος μπορεί να υλοποιηθεί μέσα από την αποσιώπηση του παρελθόντος και όχι μέσα από την επίγνωσή του.
Ακόμα είναι παράλογο να αναφέρεται στο συγκεκριμένο άρθρο ότι η θεώρηση της γενοκτονίας των Ποντίων ως κριτηρίου για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρώπη αποτελεί έκφραση υπερευαισθησίας που τραυματίζει την ψύχραιμη θεώρηση των διπλωματικών μας ελιγμών. Αν η ένταξη της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή οικογένεια δεν περνάει μέσα από την αυτοκριτική και την αναθεώρηση του παρελθόντος, τότε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ανθρωπιστικών αξιών υφίσταται επικίνδυνους κραδασμούς μετά την ένταξη αυτή.
Οπωσδήποτε δε θα διαφωνήσουμε πως η πορεία ένταξης της Τουρκίας στην Ευρώπη θα είναι και μακροχρόνια και επίπονη. Και θα υπερθεματίσουμε μάλιστα την απόφανση του αρθρογράφου πως η πορεία αυτή θα πρέπει να οδηγήσει στην άρνηση του εθνικισμού. Δεν κατανοούμε όμως γιατί ο ίδιος δεν αισθάνεται ότι ο εθνικισμός αίρεται μέσα από την αυτοσυνείδηση και την κριτική αναθεώρηση του γενοκτονικού παρελθόντος του λαού αυτού, όπως συνέβη κάποτε και με τον γερμανικό λαό που αποδέχτηκε τις ευθύνες του στη γενοκτονία των Εβραίων και καταδεικνύει έμπρακτα την αποστασιοποίησή του από ανάλογου τύπου στρατηγικές στο μέλλον.
Αντίθετα με την υπάρχουσα πραγματικότητα, οι φωνές που αμφισβητούν την ιστορία οδηγούν σε μια ανιστόρητη άχρωμη και άβαθη επικαιροποίηση των γεγονότων και δεν προσφέρουν αγαθές υπηρεσίες ούτε στη διπλωματία, ούτε στη διαμόρφωση του μέλλοντος της Ευρώπης ούτε στο ΠΑΣΟΚ του οποίου τις ιδεολογικές επιλογές θα έπρεπε κανονικά να ενστερνίζεται ο κύριος Μπεγλίτης.
Γιατί στις 19 Μαίου 1992 το μήνυμα του Ανδρέα Παπανδρέου στο Β Συνέδριο του ποντιακού Ελληνισμού αφορούσε στην αναγκαιότητα αναγνώρισης της Γενοκτονίας του ποντιακού Ελληνισμού. Σήμερα η περί τον κύριο Μπεγλιτη νομενκλατούρα προτρέπει τα μέλη και τους οπαδούς του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος- άκουσον άκουσον- να ξεχάσουν το χρέος τους απέναντι στην ελληνική ιστορία, τραυματίζοντας με τη στάση της ένα από τα σημαντικότερα και ηρωικότερα σύγχρονα κεφάλαιά της.
Η λήθη ποτέ δε βοηθά στην αδελφοποίηση και προσέγγιση των λαών και των Εθνών. Αντίθετα η αναγνώριση και η αμοιβαία κατανόηση και επίλυση των προβλημάτων ανοίγουν το δρόμο της ειρήνης και της προόδου. Είναι καιρός τέτοιες φωνές να αποτελέσουν μειονότητα στο ΠΑΣΟΚ, να περιθωριοποιηθούν και να μη διαμορφώνουν πλέον στρατηγικές χάραξης της εξωτερικής πολιτικής του κινήματος. Αν θέλετε το κόμμα αυτό που ίδρυσε ο φίλος των προσφύγων, ο Ανδρέας Παπανδρέου, να συσπειρώνει τους πρόσφυγες ψηφοφόρους, αντί να τους απωθεί και να τους απαξιώνει.
Ποια είναι άραγε η άποψη των βουλευτών προσφυγικής καταγωγής; Συμφωνούν με τον Ανδρέα Παπανδρέου ή με τις απόψεις που διατυπώνονται στο άρθρο που προαναφέρθηκε;
Η φωνή του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ από το πρόσφατο παρελθόν δείχνει το δρόμο προς το μέλλον.
Χρέος βαρύ η παρακαταθήκη αυτή που αποτελεί στο ποντιακό ζήτημα κριτήριο για την αποτίμηση των θέσεων του κόμματος στο μέλλον. Ενός μέλλοντος που θα δικαιώσει τους πρόσφυγες και τη συλλογική εθνική μας μνήμη ή θα θυσιάσει την ιστορία στο βωμό της συγκυριακής ρεαλ πολιτίκ.
Και οι κρίνοντες κρίνονται…….
Ο Πρόεδρος του ΚΕΠΟΜΕ
Κ. Φωτιάδης
Καθηγητής Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας